Το να αλλάζει κανείς τόπο διαμονής από τη Νάξο στη Σαντορίνη είναι περίπου ίδιο με το να παρακολουθείς Ολυμπιακός-Πανιώνιος συνοδεία pizza roma και ν’ αλλάξεις σε Μπαρτσελόνα-Λίβερπουλ έχοντας μπροστά σου τον Μποτρίνι να κάνει πιρουέτες και να μαγειρεύει α λα καρτ για πάρτη σου. Αναρωτιέμαι αν είναι το νησί που ανέβασε το επίπεδο των υπηρεσιών ή το επίπεδο των υπηρεσιών που ανέβασε το νησί. Υποθέτω πως αυτά τα δύο είναι αλληλένδετα και έτσι θα πορευθούν εώς ότου μια μέρα ο Μεγάλος Γκάτις αποφασίσει να αναμορφώσει για μία ακόμα φορά την πανέμορφη τούτη γη που εδώ και 30.000 χρόνια βυθίζεται και αναδύεται, χαροπαλεύει με τον εαυτό της, αφανίζει το μέσα και το γύρω της μα όταν ηρεμεί γεννά μια απαράμιλλης ομορφιάς εικόνα την οποία μπορείς και να τη γευτείς.
Η γεύση της Σαντορίνης είναι σαν την εμπειρία της, λαβύρινθος. Το άγριο και σκληρό πρωινό τοπίο, ο ήλιος κόντρα στα μαύρα βράχια, τ’ αμπέλια που επιβιώνουν μόνο πρηνηδόν γιατί αλλιώς ο άνεμος θα τα θερίσει, η ησυχία του τόπου και των ανθρώπων που δηλώνει πως κάτι κάπου ετοιμάζεται, η αναμονή του δείλι. Το σκληρό πρωινό γίνεται γλυκό μεσημέρι και το μυρωδάτο σταφύλι συνοδεύει ένα ποτήρι παγωμένο κρασί που τέτοιο μόνο εδώ θα βρεις, γιατί η στάση πρηνηδόν που κρατά το αμπέλι για να επιβιώσει το κάνει ν’ απορροφά όλη τη πρωινή υγρασία που το ηφαιστειογενές και πορώδες έδαφος συγκρατεί. Έτσι ποτίζονται τα άνυδρα της Σαντορίνης, φιλώντας κάθε πρωί το έδαφος και μαζεύοντας στάλα στάλα την υγρή του επιφάνεια. Σταλιά-σταλιά κι αχόρταγα τα πίνω τα φιλιά σου, κουρνιάζω σαν αδύναμο πουλί στην αγκαλιά σου, θα μπορούσαν να τραγουδάνε τ’ αμπέλια στο χώμα που τα ζει.
Το γλυκό μεσημέρι θα σε περάσει στο ειδυλλιακό απόγευμα που τα πάντα μαλακώνουν και μελώνουν σα γλυκό του κουταλιού σταφύλι συνοδεία μιας μπάλας παγωτού. Οι ήχοι και τα χρώματα της δύσης, το Όλο που σε περιβάλλει και σ’ αγκαλιάζει, στάζει μέσα στο είναι σου ομορφιά και δέος. Ο ουρανός αποκτά χιλιάδες χρώματα κι η ανάσα σου κόβεται καθώς ο ήλιος δύει και το ειδύλλιο γίνεται μαγεία. Η μαγεία θα γίνει έκπληξη καθώς το σκοτάδι θα φέρει στην επιφάνεια μια άλλη όψη κι άλλες ομορφιές που πριν δε μπορούσες να δεις. Τα σοκάκια περιμένουν να τ’ ανακαλύψεις, οι φωτισμένες πλαγιές φαίνεται σαν να εισχωρούν στο μαύρο σκοτάδι κι από μακριά βλέπεις μια συστάδα φωτών να ίπταται κάπου ανάμεσα ουρανού και θαλάσσης. Δεν έχει υπάρξει φορά που να δω νύχτα από μακριά τα Φηρά και την Οία και να μην σκεφτώ πως είναι σα φαντεζί διαμάντια ριγμένα άναρχα πάνω σε μαύρο βελούδο.
Αυτή είναι η Σαντορίνη, κάθε μέρα αλλάζει. Από το σκληρό πρωινό θα σε περάσει στο γλυκό μεσημέρι από εκεί στο ειδυλλιακό απόγευμα για να σε κάνει δικό της. Αργότερα θα σε αφήσει να περιπλανηθείς στο μαγικό της βράδυ για να σε φέρει πάλι το χάραμα να κουρνιάσεις στο χώμα της και να γευτείς το υφάλμυρο της νερό που κουβαλά βίαιες και αναζωογονητικές, εκρηκτικές μνήμες. Λαβύρινθος η Σαντορίνη, λαβύρινθος η γεύση της, ή όψη της, η αίσθηση της.
Συνάντησα και πάλι πολλούς Αμερικάνους, κέρασα μια παρέα μεγάλη τις μπύρες και τους είπα, ευχαριστώ που ήρθατε ως εδώ, πως λέγεστε με ρώτησαν τη στιγμή που εγώ ξεστόμισα ένα yia mas, το οποίο κάποιος από αυτούς εξέλαβε ως το όνομα μου για να έρθει λίγο αργότερα να μου μιλήσει προσφωνόντας με ως Sir Yiamas. Sir Yiamas, may I ask you something καιταλοιπά…Φυσικά ο τόπος αυτός όπως κι όλη η επικράτεια σχεδόν, μαστίζεται από το άγχος της αρπαχτής, μη τυχόν και δεν έρθουν οι ξένοι του χρόνου και αμάν τι θα κάνουμε. Ο Δ. Νομικός που από τις αρχές του 19ου αιώνα με άπειρη δουλειά, φαντασία, οργάνωση και αγάπη έστησε το εργοστάσιο ντομάτας στη Βλυχάδα, εγκατέλειψε την παραγωγή εδώ στο νησί από το 1981. Είχε δει ότι ο τουρισμός θα αλλοιώσει τον τόπο, η παραγωγή θα συρρικνωθεί ή θα εκλείψει. Όμως άφησε πίσω του ένα μουσείο που μαρτυρά όλη την ιστορία, βλέπεις φωτογραφίες, μαθαίνεις πράγματα, περιδιαβαίνεις τον χώρο όπου κάποτε ο μόχθος γινόταν τραγούδια το μεσημέρι και πελτές μελένιος που τον άλοιφες στο φρέσκο ψωμί. Η διαφορά των παλαιότερων γενεών της Σαντορίνης με τις νεότερες και δη τις τελευταίες δύο, είναι πως οι πριν αξιοποιούσαν και δημιουργούσαν ενώ οι νυν κυρίως εκμεταλλεύονται.
Φυσικά το καρακιτς δε λείπει, έτσι λοιπόν στα στενά της Οίας, την οποία οι περισσότεροι προφέρουν ως όϊα, είδα έναν τύπο ντυμένο τσολιά με όλα τα γιαταγάνια και τα κόλπα της εποχής να είναι στημένος για φωτογράφιση, take a photo with the original Greek Tsolia, έγραφε η ιδιόχειρη ταμπέλα. Αν ήμουν άνεργος θα ντυμόνουν ινδιάνος Απάτσι, με φτερά και τόξα και θα καθόμουν στο καλύτερο σημείο του ηλιοβασιλέματος έχοντας μπροστά μου μια ταμπέλα που να γράφει, take a majestic photo with an original Greek malaka. Τους λυπήθηκα τους κακόμοιρους τους Αμερικάνους, στα κλαμπ τους ζητούσαν 20 ευρώ είσοδο κι εκείνοι τα έδιναν, στις παραλίες τους παίρνανε 70 ευρώ το σετ, στα πιάτα τους χρεώναν 40-50 ευρώ το ένα κι αυτοί για να ζήσουν το γκρικ μυθ τους, τα έδιναν αδιαμαρτύρητα. Ούτε ένας δεν ήξερε από όσους μίλησα, γιατί κανείς δεν ενδιαφέρεται να τους το πει, πως Σαντορίνη σημαίνει Σάντα Ειρήνη, Αγία Ειρήνη και το πως το νησί ονομάζεται έτσι γιατί υπήρχε κάποτε στη Περίσσα μια καθολική εκκλησία που τώρα πια σώζονται μόνο τα ερείπια της.
Όταν πήγα το 2013 στη Βουλγαρία ένας ντόπιος μου είπε, φίλε εδώ δεν είσαι πια άνθρωπος, εδώ είσαι ευρώ. Όποιος σε κοιτάζει, σκέφτεται πως θα σου τα πάρει. Το ίδιο αισθάνθηκα κι εχθές στη Σαντορίνη, όποιος σε κοιτάζει σκέφτεται πως θα σου τα πάρει, όσο γίνεται πιο πολλά, όσο γίνεται πιο γρήγορα και όσο γίνεται πιο εύκολα. Όμως πίσω από αυτή τη κουρτίνα της αρπαχτής και της εκμετάλλευσης ενός φυσικού τοπίου και μιας ιδιόμορφης φυσιολογίας του τόπου, η Σαντορίνη έχει και πολλούς ανθρώπους που δουλεύουν με μεράκι και αγάπη για τον τόπο και για τον επισκέπτη του. Αυτοί είναι οι λίγοι και οι άλλοι είναι οι πολλοί κι αυτό δεν ισχύει μόνο στη Σαντορίνη αλλά παντού. Χτίζουμε πάνω στην επιθυμία και την επιλογή των ανθρώπων που ταξιδεύουν χιλιάδες χιλιόμετρα για να επισκεφθούν τη χώρα μας, τους διάφορους τόπους, ορεινούς ή νησιωτικούς. Ποντάρουμε στον ήλιο και στη θάλασσα στοχεύοντας τη τσέπη τους.
Συνομίλησα με αρκετούς τουρίστες, τους καθοδήγησα πως να πάνε εκεί που ήθελαν, τι να προσέξουν, έψαξα να βρω ποιος ήταν αυτός που είχε αφήσει τα αλάρμ αναμένα και τον βρήκα κι έβαλα εναν να με ακολουθήσει με το αυτοκίνητο ενώ εγώ ήμουν πεζός για να παρκάρει στη θέση μου, αφού εγώ σε λίγο θα έφευγα. Ήθελα να ήμουν κι εγώ ένας από τους λίγους, μάλλον. Champions League η Σαντορίνη κι οι λίγοι που την ακούνε και την καταλαβαίνουν ελπίζω να είναι το μέλλον της.
«μΥδράλιο, η ζωή κατά λάθος επίτηδες». © Γιάννης Κακούρης.
Επιτρέπεται η αναδημοσίευση με αναφορά στην πηγή.