Καμιά φορά σκέφτομαι πως πρέπει τη χαζομάρα να την έχω στο αίμα μου, μετά κάτι γίνεται και δεν υπάρχει λόγος πια να το σκέφτομαι, είμαι σίγουρος. Εχθές πουχου, έφτασα έξω από το μεγάλο σούπερ μάρκετ που πάω μια φορά το μήνα για μερικές πιο μαζικές προμήθειες. Εκεί ας πούμε μπορώ να πάρω μια παλέτα ταβόρ με προνομιακή τιμή και μετά να κάνω μια μαρμίτα στο μέγεθος του Οβελίξ και να βουτήξω σε ζωμό ταβόρ την κυρία Μπι. Επίσης μπορώ να αγοράσω χιλιάδες σαχλαμάρες κάθε είδους για να μπορέσω να αντιμετωπίσω έτσι τους σαχλαμάρες κάθε αναστήματος που με περιτριγυρίζουν. Τεσπά, στο μεγάλο σούπερ μάρκετ αγοράζω κατά βάση νερό και χαρτικά, πάω συνήθως σε ώρες που δεν έχει πολύ κόσμο μια και τον κόσμο δεν τον πολυσυμπαθώ.
Ξέρω πως, μετά τη μεγάλη αυτόματη πόρτα της εισόδου, στα δεξιά, υπάρχουν τουαλέτες. Έβαλα στο στόμα μου στοματικό διάλυμα που έχω πάντα στο αυτοκίνητο, περπάτησα μέχρι τα καρότσια, πήρα ένα. Πέρασα τη μεγάλη πόρτα, κατευθύνθηκα προς την τουαλέτα, εκεί είχα υπολογίσει να ξεφορτωθώ το στοματικό διάλυμα το οποίο είχε αρχίσει να μ’ ενοχλεί και κατόπιν ελεύθερος βαρών, να ξεχυθώ στους διαδρόμους της μεγάλης ουτοπίας ως ένας ακόμα ευτυχισμένος καταναλωτής. Η μεγάλη πόρτα της εισόδου έκλεισε πίσω μου μόνο και μόνο για να βρεθώ σε αδιέξοδο μετά από λίγα μόλις μέτρα. Οι τουαλέτες ήταν κλειστές λόγω επισκευής! Χμ, σκέφτηκα, δε μπορώ να βγω γιατί η πόρτα εισόδου ανοίγει μόνο για να μπεις, κόσμος δεν ερχόταν, το στοματικό διάλυμα ξέρω πως δεν κάνει να το καταπιείς, ας μπω μέσα, κάτι θα βρω. Αν μη τι άλλο ξέρω πως πουλάνε κούπες και κατσαρόλες και μπολ, αν ζοριστώ θα το φτύσω κάπου διακριτικά και δεν θα ξαναπατήσω πόδι εδώ μέσα.
Ξεκίνησα να περιφέρομαι στους διαδρόμους με στόμα ερμητικά κλειστό μέχρι τη στιγμή που άρχισα να φαντασιώνομαι ότι μπροστά σε μια αξιοπρεπής οικογένεια το στοματικό διάλυμα εκτοξεύεται από το στόμα τού ρακένδυτου ως συνήθως γκασταρμπάιτερ. Γελούσα με το στόμα κλειστό και γεμάτο στοματικό διάλυμα κι έλεγα μέσα μου τώρα ή θα το καταπιώ ή κάπου θα μου φύγει, Τα μάγουλα μου πρέπει να είχαν κάπως φουσκώσει γιατί το αριστερό μου μάτι έπιασε μερικά διερευνητικά προς το άτομο μου βλέμματα. Αφού έκανα 2-3 κύκλους με όλο και ταχύτερο βάδισμα, χείλη σφραγισμένα, μάγουλα φουσκωμένα και σκέψεις παρακμής, βρήκα ένα μικροσκοπικό κάδο απορριμμάτων. Κοίταξα προς τα πάνω να δω αν με γραφει καμιά κάμερα κι ύστερα με μια κίνηση ενοχικά σύντομη, ξαλάφρωσα στοματικώς. Κάτι παρόμοιο μου είχε συμβεί πριν χρόνια μέσα σ’ ένα ταξί. Από τις πολλές τεκίλες μου ανέβηκε ο εμετός στο στόμα αλλά ο ταρίφας δεν ήξερε που πάμε κι όλο με ρωτούσε, δεξιά; αριστερά; δεξιά; αριστερα; ευθεία; Κι εγώ για να μην του κάνω το ταξί μπλε μαρέ δε ξέρω πόση ώρα υπέφερα και μουγκάνιζα μμμμαααα…μμμουυυυ…. κάνοντας νοήματα που να πάει ο ταρίφας μες τα μαύρα χαράματα. Ούτε θυμάμαι πως ξέμπλεξα, πάντως αυτός στο τέλος μου είπε, άντε φίλε και περαστικά. Μάλλον νόμιζε πως είχα πονόδοντο.
Πριν λίγες μέρες κατά τη διάρκεια μιας εγκαταστάσεως σε έναν πελάτη στας Αθήνας, πέρασαν από τα χέρια μου πολλά χάρτινα κουτιά με γραφή μπράιγ, αυτή με τις ανάγλυφες κουκίδες για τους τυφλούς. Την επόμενη μέρα οδηγούσα το μωρό, μωρό = σκαραβαίος. Το μωρό ήταν παροπλισμένο χρόνια, μπλεγμένο μωρό με μοτεριακά, νομικά και ψυχολογικά προβλήματα που κάπως το ξέμπλεξα και ξεκίνησα πάλι να το οδηγώ μια και το γουστάρω τα μάλα. Φέρει κινητήρα τούρμπο 20 βαλδίβων κι έχει 150 άλογα να χλιμιντρίζουν, πάει μπούνια. Μου ‘χε λείψει πολύ και από τη στιγμή που καθάρισε και μπορούσα να το οδηγώ πάλι, μόνο καλά του βρίσκω. Η παλιά η γκόμενα έχει τα κουσούρια που είχε πάντα, μόνο που επειδή πια τα ξέρεις τα ξεπερνάς γρήγορα και απολαμβάνεις τα καλά της μόνο. Αν δεν είχε καλά δεν θα την είχες γκόμενα, θα την είχες περαστική. Έτσι και το μωρό σκαραβαίος έχει κουσούρια αλλά εγώ από τη μέρα που ξαναχώθηκα μέσα του μόνο καλά έχω να σκεφτώ και να νιώσω.
Το γκάζι και το πως ανοίγει, το δερμάτινο κρεμ σαλόνι, το κάθισμα που κατεβαίνει τόσο χαμηλά λες και οδηγάς σε ράλι, το ταμπλό που είναι σαν γήπεδο μπροστά σου, η οροφή που είναι ανοιγόμενη, αυτή η αίσθηση ότι αυτό το αμάξι είναι για μένα. Με εκείνα και με τ’ άλλα έκανα 1-2 φορές το Ελ Κλάσικο Αθήνα – Θεσσαλονίκη προσπαθώντας να ολοκληρώσω την εγκατάσταση στο μηχάνημα που πατάει τις κουκίδες μπράιγ. Ένα βράδυ μετά τη δουλειά καθώς οδηγούσα κουρασμένος αλλά ευχαριστημένος που είχα το μωρό, ψηλάφισα στο κέντρο του τιμονιού κάποιες κουκίδες. Παρόμοιες με αυτές του κώδικα μπράιγ που όλη μέρα περνούσαν από τα χέρια μου. Τους πούστηδες, σκέφτηκα, κοίτα τι έχουν, γραφή μπράιγ στο τιμόνι! Φοβερό το μωρό, έχει και αυτό! Και συνέχισα να οδηγώ ευχαριστημένος που ανακάλυψα ένα ακόμα πλας του φανταστικού ξεχασμένου για χρόνια μωρού. Γραφή μπράιγ στο τιμόνι! Έξυπνο, πόσο μπροστά κι άλλα τέτοια. Θέλω να πω, μου πήρε ώρα να σκεφτώ πως αυτές οι κουκίδες στο τιμόνι μάλλον κάτι άλλο θα ήταν και όχι γραφή μπράιγ για τυφλούς, μια κι οι τυφλοί δεν οδηγούν! Ο Μπαρδέμ είχε μέσα του τη θάλασσα κι εγώ τη χαζομάρα.
Μια φορά περίμενα έξω από ένα εργοστάσιο να μου ανοίξει κάποιος την συρόμενη πόρτα. Φυσούσε δαιμονισμένα κι εγώ κόρναρα και ξανακόρναρα μια και κουδούνι δεν υπήρχε. Η πόρτα πήγαινε λίγο μπροστά και λίγο πίσω και εμένα με πιάσανε τα γέλια γιατί νόμιζα πως κάποιος παίζει μαζί μου. Εκανα λίγο μπροστά η πόρτα έκλεινε, έκανα λίγο πίσω η πόρτα άνοιγε. Αυτό κράτησε – τρου στόρι – 20 λεπτά. Σ’ αυτά τα 20 λεπτά εγώ έκλαιγα από το γέλιο γιατί για κάποιον ηλίθιο λόγο όλο αυτό μου φαινόταν αστείο. Όταν πια εξαντλήθηκα από το γέλιο πήρα τηλέφωνο μου ανοίξουν επιτέλους μόνο και μόνο για να μου απαντήσουν ότι,
1. κανείς δεν ήξερε πως είμαι στην είσοδο τόση ώρα
2. η κόρνα δεν ακούγεται γιατί το κτήριο είναι μακριά
3. η πόρτα ανοίγει μόνο αν βγεις και την σπρώξεις
και, (νταξ, τζακ ποτ)
4. το μπροστά πίσω το προκαλεί ο άνεμος.
Ε, κύριε Γιάννη μας ε; Τι έχεις να πεις τώρα; Που γελάς με τον άνεμο επί 20 λεπτά γιατί νομίζεις πως κάποιος σου κάνει αστεία;
Τεσπά. μέσα στη πλέμπα ίσως αυτή η χαζομάρα να μ’ έχει σώσει.
«μΥδράλιο, η ζωή κατά λάθος επίτηδες». © Γιάννης Κακούρης.
Επιτρέπεται η αναδημοσίευση με αναφορά στην πηγή.