Μπελβεντέρε, το τέλος.

Μ

-Χριστουγεννιάτικα φώτα-

Η μικρή καθόταν στο πίσω κάθισμα και μασούλαγε ένα – ακόμα – σοκολατάκι Μότσαρτ. Την είδα που περιεργαζόταν το περιτύλιγμα που φέρει την μουτσούνα του διάσημου μουσουργού. Τζον, αυτό το Μότσαρτ τι είναι; Είναι ένας πολύ διάσημος συνθέτης κλασικής μουσικής μικρή. Διάσημος; τι εννοείς; άντρας είναι; Ναι, άντρας. Ξανακοίταξε λίγο την εικόνα του Μότσαρτ και με ύφος σκεπτικό είπε, έλα ρε, άντρας με τέτοιο μαλλί;

Το ενσταντανέ έλαβε χώρα στο ταξίδι μας από τη Σόφια προς τη Βιέννη, εκεί όπου είχαμε αποφασίσει να περάσουμε τις ημέρες των Χριστουγέννων. Οι τιμές ήταν πέραν του δέοντος λογικές, το ταξίδι μίνους / μάνους 10 ώρες και κάτι, είπαμε αξίζει τον κόπο να πάμε και κάπως έτσι – όπως πάντα  τελευταία στιγμή – το κανονίσαμε και φύγαμε. Πριν ξεκινήσουμε η Αν με ενημέρωσε να πάρω πολύ χοντρά ρούχα γιατί κάνει πολικό ψύχος και μάλλον θ’ αφήσουμε εκεί τα φτωχικά μας Βαλκάνια κόκκαλα. Πήραμε λοιπόν ότι είχαμε και δεν είχαμε από καλσόν, σκούφους, ισοθερμικά, γάντια, κασκόλ. εγχειρίδια επιβίωσης, φακούς, κονσέρβες καιταλοιπά. Επίσης με ενημέρωσε πως σύμφωνα με τις πληροφορίες της, στη μαγική Βιέννη δεν υπάρχει τίποτα ανοιχτό στις 25 και στις 26 Δεκεμβρίου και μάλλον σκέφτεται να μαγειρέψει και να πάρει μαζί της έτοιμο φαγητό για να έχουμε κάτι να φάμε την παραμονή και ανήμερα. Δεν το πίστεψα αυτό και τη διαβεβαίωσα πως είμαι σίγουρος πως κάτι θα βρούμε, στο κάτω κάτω κρασί, τυρί, ψωμί κι αγάπη φτάνουν για κάθε είδους γιορτής. Τελικά συμβιβάστηκε με μερικά συσκευασμένα τρόφιμα και μια φρατζόλα ψωμί, την οποία – παρεμπιπτόντως – τη φέραμε πίσω άθικτη.

Ήθελα πολύ να μείνω μόνο μαζί τους αυτές τις γιορτές, χωρίς κανέναν άλλον και παρά τα διάφορα εμπόδια που παρουσιάστηκαν τελικά επέμενα και φύγαμε οι τρεις μας, χωρίς τη Φρίντα η οποία στρατοπέδευσε να περιμένει τον Σάντα Κλάους στη Ζάνυ. Αυτές τις γιορτές αναρωτιόμουν αν ήθελα να μείνω μόνο μόνος μου ή μόνο μαζί τους. Αυτές είναι σκέψεις που ίσως δεν είναι όμορφο να τις έχεις όταν είναι μέσα σε σχέση ή σε οικογένεια, όμως όταν για τους δικούς της λόγους η καρδιά μπαλατζάρει και το μυαλό μπερδεύεται, οι σκέψεις αυτές έρχονται είτε θέλεις είτε όχι. Ενοχικές επιθυμίες θα μπορούσε κανείς να ονομάσει όλες αυτές τις σκέψεις που μας οδηγούν προς την επιθυμία, επιθυμία που η ενοχή πνίγει. Το αίσθημα της ενοχής διαρκεί περισσότερο χρόνο από όσο διαρκεί ο πόθος της επιθυμίας, μα το ένα δίνει φτερά και το άλλο κόβει. Κανείς δε ξέρει πότε και αν θα βρει ποτέ, τη δύναμη να πετάξει.

Το να είσαι μόνος είναι το ευκολότερο πράγμα στη ζήση, πλάθεις όποιον κόσμο θέλεις, γίνεσαι όποιος θέλεις, λες ότι θέλεις αφού κανείς δεν είναι εκεί νύχτα μέρα μαζί σου, να γίνεται ο μάρτυρας και το άλλοθι σου. Ξέρω πως είναι να ζεις μόνος, ενίοτε εξαιρετικά βολικό. Στο δικό μου μυαλό και στο δικό μου χρόνο σπάνια αισθάνομαι μοναξιά, κι αυτό είναι πολύ μοναχικό από μόνο του. Η γραφή, οι χειροτεχνίες, οι σκέψεις, οι ώρες ακινησίας και σιωπής, οι καθημερινές εργασίες συντελούν από μόνες τους έναν κόσμο που ξέρω ακριβώς πως να κινηθώ και πως να ελιχθώ μέσα του. Το αν εξελίσσομαι δεν το γνωρίζω, γνωρίζω όμως πως υπάρχω.

Όταν ζεις με οικογένεια δεν ισχύει το ίδιο, όλα αυτά παρακάμπτονται και μπαίνουν μπροστά άλλες ανάγκες και προτεραιότητες κι εσύ πας πιο πίσω και πιο πίσω κι άλλο πίσω… Όσο σου το είναι θέλει να πάει μπροστά αλλά εσύ πας πίσω κι εκεί ακριβώς θεωρώ πως είναι το σημείο που έχω αποτύχει. Στον τρόπο που ζω τη ζωή εδώ και κάποια χρόνια και σ’ αυτή τη σχέση, δεν έχω καταφέρει να συνδέσω με μονοκόμματη και καλή καλωδίωση την πραγματικότητα με την επιθυμία. Υπάρχουν παράσιτα στο μυαλό μου και θόρυβοι που δεν αφήνουν το μέσα μου να ησυχάσει. Φταίει η Αν γι΄αυτό; Σίγουρα όχι. Φταίω εγώ; Σίγουρα όχι. Κανείς δε φταίει γιατί κανείς δεν προσποιείται. Όμως η ζωή μας έφερε και μας κράτησε μαζί μέχρι σήμερα κι αυτό το μέχρι σήμερα, μ’ απασχολεί πολύ αν θα γίνει και μέχρι αύριο.

Η Αν θέλει μια πιο συμβατική ζωή, πιο μαζεμένη, δεν αντέχει τα ταξίδια μου που είναι απρογραμμάτιστα και προκαλούν την απουσία μου από τη καθημερινότητα που μας έχει και τους δύο ανάγκη. Εγώ από την άλλη έχω επικεντρώσει όλο μου το ενδιαφέρον σε κάτι που με τραβάει μακριά από εδώ, αισθάνομαι ένα κάλεσμα όλο και πιο δυνατά κι όσο και να προσπαθώ να το φιμώσω, ο ήχος του φτάνει στ’ αυτιά μου κρύσταλλο κι όλα μέσα μου γίνονται μύλος και μετά κάνω κι εκείνη μύλο και δε φταίει τίποτα.

Μύλος, αχταρμάς, μπέρδεμα, Βιέννη. Λίγες μέρες μαζί, ήρεμα, όμορφα, αυτό χρειάζομαι είπα στον εαυτό μου, μια ένεση γεμάτη σοκολάτα και Χριστουγεννιάτικα φώτα.

-Μυστικός Δείπνος-

Τα σύνορα μεταξύ Βουλγαρίας και Σερβίας τα περάσαμε γρήγορα και μπήκα στον αυτοκινητόδρομο Ε75 που μας πάει σερί μέχρι την Ουγγαρία. Εκτός Σένγκεν και Ευρωπαϊκής Ένωσης η Σερβία, μια αναμονή την τρως μέχρι να σε τσεκάρει ο ένας κι άλλος κομισάριος αλλά όλα αυτά είναι σε εμάς γνωστά. Από τη Σόφια οι πιθανοί προορισμοί με το αμάξι είναι πολλοί, Βελιγράδι, Βουδαπέστη, Κωνσταντινούπολη, Θεσσαλονίκη, Ζάγκρεμπ, Βουκουρέστι και άλλες πολλές και όμορφες πόλεις σε απόσταση μερικών ωρών, μας έχουν κάνει να περάσουμε σύνορα πολλές φορές. Το σύνολο σχεδόν του ταξιδιού εντός Σερβίας το κάναμε με πολύ καλό καιρό και με φώτα σε πολλά σημεία του αυτοκινητόδρομου. Φτάσαμε στα σύνορα Σερβίας – Ουγγαρίας κι εκεί η αναμονή ήτο μεγαλύτερη μια κι οι Ούγγροι ένα κλικ παραπάνω τον αυταρχισμό τον έχουν.

Μαύρη πίσσα και σκοτάδι ο αυτοκινητόδρομος τους, στραβώθηκα να προσπαθώ να βλέπω, που δε βλέπω και πολύ καλά το βράδυ έτσι κι αλλιώς. Φώτα πουθενά κι οι Ούγγροι να τρέχουν σα Χάκινεν, την άκουσα λίγο. Η Αν στραβοκοιτούσε και προσπαθούσε να καταλάβει αν όλα είναι άντερ κοντρόλ. Μπράβο η Σερβία! είπε, εκτός Ευρώπης και με δικά τους χρήματα κάνανε τέτοιο ωραίο αυτοκινητόδρομο και παντού φωτισμένο, ναι καλά Αν σιγά μην είναι με δικά τους χρήματα. Οι πόλεμοι δεν γίνονται για την ελευθερία αλλά για τη σκλαβιά, ποιός θα σκλαβώσει ποιόν κι αφού τον ρεζερβάρει ας τον αφήσει ελεύθερο κι ας του φτιάξει και κανένα δρόμο, αυτοκινητόδρομο, εξκιούσμι.

Μυρίζει αίμα ακόμα εδώ, μέσα στο Βελιγράδι βλέπεις κτίρια που έχουν πάνω τους σημάδια από τους βομβαρδισμούς κι από τις σφαίρες, στα σύνορα με το Κόσοβο μυρίζει μπαρούτι, οι πολεμοχαρείς Βαλκάνιοι όσο και ν΄αγάπησαν το vogue της νέας εποχής δε ξεχνούν ποιοί είναι. Γιατί η Σερβία δεν είναι στην Ευρωπαϊκή Ένωση Τζον, ρώτησε πάλι η μικρή. Γιατί εδώ που ζούμε η μία χώρα τσακώνεται με την άλλη εδώ και αιώνες κι έχουν γίνει πολλοί πόλεμοι και υπάρχει έχθρα και δεν συμφωνούν όλοι μεταξύ τους, Θα μπει όμως κάποτε; ρώτησε πάλι. Ναι φυσικά, 1-2 πολέμους ακόμα και θα γίνουμε όλοι ένα, της είπα αλλά έδειξε να μην το καταλαβαίνει.

Η κατάσταση στο δρόμο χειροτέρευε λεπτό προς λεπτό, στο απόλυτο σκοτάδι ήρθε να προστεθεί η βροχή και μια πυκνή ομίχλη. Η Αν έχει πάθει πανικό κι έχει καρφώσει τη φάτσα της στο παρμπρίζ προσπαθώντας να δει το οτιδήποτε. Εδώ να σημειώσω ότι έχει 8 μυωπία στο ένα μάτι και 9 στο άλλο. Το ταξίδι μας συνεχίζεται με δυσκολία και σε λίγα λεπτά βλέπουμε το 1ο ατύχημα στο αντίθετο ρεύμα, πανικοβάλ των 500 η Αν. Στη δική μας κατεύθυνση τα αυτοκίνητα που μας προσπερνάνε δεν ξέρω ακριβώς πως βλέπουν, αφού η ορατότητα είναι πολύ περιορισμένη, οπότε οδηγώ κοιτάζοντας μπροστά να μην καρφωθώ σε κανέναν και πίσω να μην καρφωθεί κανείς επάνω μας.

2ο ατύχημα στο απέναντι ρεύμα μέσα σε λίγα μόλις μέτρα και λίγο πιο κάτω και 3ο και 4ο. Δε θυμάμαι να έχω ξαναδεί τόσα πολλά ατυχήματα, τόσο κοντά το ένα με το άλλο. Η ομίχλη εξακολουθεί και είναι πυκνή, φώτα πέραν των αυτοκινήτων πουθενά, σειρήνες να ακούγονται, φάροι από περιπολικά κι ασθενοφόρα ν’ αναβοσβήνουν, φορτηγά τούμπα, αυτοκίνητα τούμπα, άνθρωποι να τρέχουν δεξιά κι αριστερά, πανικός και τρόμος στο δρόμο για τη Βιέννη. Στο δικό μας ρεύμα ακόμα τίποτα, ευτυχώς τσουλάμε. Αν τα μέτρησα καλά είδαμε 10 τροχαία όλα αποτέλεσμα της ομίχλης και της απρόσεχτης οδήγησης. Η Αν έχει μείνει παγωτό κοντεύει να σκαρφαλώσει ολόκληρη πάνω στο παρμπρίζ για να βλέπει – αν γίνεται – καλύτερα. Να σταματήσουμε λέει, που να σταματήσουμε ρε Αν, είμαστε στη μέση του πουθενά, μην φοβάσαι το ελέγχω της λέω, τι να μην φοβάμαι μου απαντάει, δε με βλέπεις; τα μαλλιά μου έχουν καρφωθεί στο ταβάνι. Πράγματι νομίζω εκείνο το βράδυ εκτός από πάμπολα τροχαία είδα κι αυτό το φαινόμενο που λέγεται “του σηκώθηκε η τρίχα κάγκελο”.

Περάσαμε το χάος, έπεσε λίγο η ομίχλη, συνεχίζαμε προς Αυστρία με μειωμένη αλλά σταθερή ταχύτητα. Η Αν αναθάρισε κάπως αλλά ήταν εμφανώς ακόμα πολύ ταραγμένη, προσπάθησε να μην το δείξει πιάνωντας ψιλή κουβέντα. Υπάρχει κάποιο μαγειρικό έθιμο την Παραμονή των Χριστουγέννων στην Ελλάδα Τζον; Ετοιμάζουν κάτι συγκεκριμένο;

Στη Βουλγαρία το τραπέζι της Παραμονής στήνεται χωρίς κρέας και τυρί, κάτι σαν τη δική μας Καθαρά Δευτέρα και ετοιμάζουν ένα ψωμί που μοιάζει με μαργαρίτα και στο κάθε ένα κομμάτι υπάρχει ένα φλουρί αλλά όχι το ίδιο. Άλλο είναι για υγεία, άλλο είναι για λεφτά, άλλο για ταξίδια καιταλοιπά. Με βάση αυτά τα φλουριά θα έπρεπε να ήμουν εκατομμυριούχος αλλά δεν είμαι κι η Αν να ήταν υγιέστατη αλλά δεν είναι. Επίσης το τραπέζι στήνεται στις 24 και μαζεύεται στις 25, είναι κι αυτό μέρος του εθίμου τους. Ακόμα δεν έχω απαντήσει στην ερώτηση της Αν, σκέφτομαι, νομίζω τρώμε χοιρινό ή κάτι τέτοιο της λέω, δεν είμαι σίγουρος.

Οι κόρες από τα μάτια της έχουν μεγαλώσει σαν μπαλάκια του πινκ πονκ από την υπερπροσπάθεια να δει τόση ώρα μες την ομίχλη, έχει ασπρίσει από το φόβο, τα μαλλιά της είναι λες και μόλις την έβγαλες από το πλυντήριο αλλά παρά ταύτα, ταυρίνα ως είναι, συνεχίζει άκαμπτη και ντεμέκ ατάραχη. Α δε θυμάσαι καλά, εμείς στη Βουλγαρία έχουμε συγκεκριμένο έθιμο – λες και δε το ξέρω σκέφτηκα – τη παραμονή το βράδυ. Ντωμεταξύ έχουμε περάσει μαζί όλα τα Χριστούγεννα αλλά προφανώς να το να μιλήσει την ηρεμεί και την αφήνω.

Αλήθεια; για πες μου, της λέω ενώ πλέον η οδήγηση έχει επανέλθει σε φυσιολογικό τέμπο. Ναι βέβαια, έχουμε μεγάλη παράδοση για το τραπέζι το βράδυ του Μυστικού Δείπνου… η Αν τα έχει χάσει από τον πανικό της, έχει μπλέξει τα Χριστούγεννα με το Πάσχα και δε ξέρει τι λέει, η μικρή με κοιτάζει από το καθρέφτη και χαμογελάει… Ναι βέβαια και κάνουμε εκείνο και το άλλο και συνεχίζει ακάθεκτη να εκλύει λίγη από την ενέργεια που έχει συσσωρεύσει, εγώ ακούω ατάραχος αν και θέλω να σκάσω στα γέλια. Ώστε έτσι;, τη ρωτάω με ενδιαφέρον. Ναι, ναι έτσι είναι με βεβαιώνει, και τα κάνετε όλα αυτά τα Χριστούγεννα ε, το βράδυ του Μυστικού Δείπνου; Ναι, ναι συνεχίζει αυτή. Πραγματικά πολύ εντυπωσιακό, δεν το έχω ξανακούσει αυτό, μάλλον στη Βουλγαρία μόνο πρέπει να συμβαίνει, της λέω. Ποιό είναι το εντυπωσιακό;, με ρωτάει. Ε είναι εντυπωσιακό το γεγονός ότι στη Βουλγαρία μετά τον Μυστικό Δείπνο τον σταυρώνουν και την επόμενη έρχεται στον κόσμο σα θείο βρέφος, και συνεχίζω να οδηγώ χωρίς να πω τίποτα άλλο, η μικρή γελάει, η Αν αναρωτιέται τι της είπα και ξαφνικά λέει, όπαααα λάθος… Ακολούθησε ένα πεντάλεπτο γέλιου αφού η Αν ξεκαρδίστηκε με τα όσα έλεγε κι εμείς ξεκαρδιστήκαμε μαζί της.

Το να γελάς με άλλους μαζί είναι πιο καλό από το να γελάς μόνος, σκέφτηκα.

Φτάνοντας κοντά στη Βιέννη περάσαμε έξω από ένα διυλιστήριο κι οι τεράστιες στρογγυλές δεξαμενές εντυπωσίασαν την Αν που είπε, τι μεγάλες κατσαρόλες…, κάνοντας με πάλι να γελάσω. Λέει τέτοια πολλά η Αν, έχει πολύ πλάκα. Τις προάλλες που βλέπαμε μουντιάλ είχε πάθει σοκ με τους παίκτες που έκαναν κεφαλιές, ήταν σίγουρη πως, μερικοί από αυτούς μετά το παιχνίδι πάνε στο νοσοκομείο με διάσειση.

Ώρες ώρες αισθάνομαι πως θα μου λείψει θανάσιμα.

-Γκουγκενχάιμ ή κάτι τέτοιο- 

Την επομένη κάναμε ένα μεγάλο σουλάτσο. Από το σημείο που μέναμε μέχρι το κέντρο ήταν περίπου 45 λεπτά δρόμος με τα πόδια κι η διαδρομή ευχάριστη. Ο στολισμός είναι πραγματικά μαγευτικός και οι Χριστουγεννιάτικες αγορές τους έχουν στολίδια που όμοια τους δύσκολα θα βρεις αλλού. Τα πάντα φαίνονται σαν να είναι ζεστά και σα να λάμπουν, τα πάντα σε καλούν να ξεχάσεις οτιδήποτε σκέφτεσαι και να χαθείς σε μια ομορφιά που υπάρχει θαρρείς παντού. Εστιατόρια υπήρχαν και μπαρ υπήρχαν και τα τραμ δουλεύαν και κρύο δεν έκανε, οπότε τα φαγώσιμα και τα χειμωνιάτικα τα αφήσαμε στην άκρη.

Επισκεφθήκαμε σχεδόν όλες τις αγορές τους, επισκεφθήκαμε αξιοθέατα, μπήκαμε σε τρένο, μετρό και τραμ, περπατήσαμε, περπατήσαμε, περπατήσαμε, κάναμε λίγο μίγκλινκ με τους Αυστριακούς, ευγενέστατοι όλοι, αλλά ελαφρώς μειονοτική κοινότητα πια καθώς ο μουσουλμανικός πληθυσμός ήταν υπεράριθμος σε σχέση με όλους όσοι φαινόντουσαν βέροι ντόπιοι, δηλαδή όσοι φορούσαν σβάστικα, νταξ υπερβολή αλλά όχι ανακρίβεια.

Το χίλυ μπίλυ πλήθος, αρμονικά μέρος του οποίου ήμασταν κι εμείς, περιφέρονταν εδώ κι εκεί βγάζοντας φωτογραφίες και πίνωντας γκουγκενχάιμ ή κάτι τέτοιο, ζεστό κρασί δηλαδή σε μια κούπα του καφέ, την οποία χρέωναν 9 ευρώ, μάστα Καρτέλ εννοείται το βιενέζικο γκουγκενχάιμ, όπου πήγαμε 9 το χρέωναν κι αν πήγαινες πίσω τη κούπα έπαιρνες 5 ρέστα. Εμείς γυρίσαμε πίσω με καμια 10αριά κούπες και μα τη Μεγαλόχαρη αν ξαναπάω Χριστούγεννα στη Βιέννη θα πάρω μαζί μου θερμός με δικό μου κρασί και δικές τους κούπες από τη καβάντζα που έκανα, τεσπά. Αν θυμηθώ έστω και λίγο τις φάτσες που είδα μέσα στον συνωστισμό μπορώ να πω με απόλυτη βεβαιότητα πως το μόνο αυτοκρατορικό πράμα στη Βιέννη ήταν τα κτίρια.

Της πόπης από κόσμο, της πόπης από Έλληνες κάθε ηλικίας, στυλιστικής άποψης και εγκεφαλικής εμβέλειας. Διασκέδασα δε τα μάλα ακολουθώντας έναν χοντροελληναρά με κολλητό τζιν, ελβιέλα, μπλουζάκι που τόνιζε τη γουρουνίσια μπάκα, ο οποίος έσερνε ένα copy paste μπόμπο χοντροκομμένο σαν κι αυτόν κι ακολουθούνταν από τη φάλαινα σύζυγο που κι αυτή με τη σειρά της έσερνε τη φάλαινα κόρη. Αυτός μπροστά, οι υπόλοιποι πίσω του με ένα βλέμμα τύπου, σώσε μας εσύ που ξέρεις, μπαμπά μας. Με βάση τη κουβέντα της οποίας έγινα μάρτυρας όση ώρα ακολουθούσα αυτό το φανταστικό κουαρτέτο, θεωρώ πως κανείς από τους υπόλοιπους 3 του 4μελούς θιάσου δε μιλούσε και κυρίως δε καταλάβαινε Ελληνικά. Γιατί αν τυχόν καταλάβαινε, τότε το ύφος δεν θα ήταν, σώσε μας μπαμπά, αλλά, μας γάμησες μαλάκα.

Ο τύπος είναι μπροστά στο Δημαρχείο, στο κέντρο της μεγάλης Χριστουγεννιάτικης αγοράς, μιλάει στο κινητό, μεγαλοφώνως, μ’ έναν άλλο Έλληνα διάττοντα αστέρα και προσπαθούν να βρεθούν. Ελλλλαααα..που’ σααιιι…εδώ είμαι,,,συ που σε…της πουτάνας γίνεται ρε μαλάκα….που ‘ σαι…δω ΄μαι…συ που ΄σαι…πάω για το ρολόι…το ρολόι σε λέω ρε μαλάκα…κοίτα ψηλά να βρεθούμε ρε…θα χαθούμε εδώ μέσα ρε μαλάκα…το ρολόι πήγαινε στο ρολόι… Οι οδηγίες ήταν σαφέστατες και έτσι κινήσαν και οι δύο για το ρολόι. Ο δικός μου, αφού σιγούρεψε ότι η κυρία φάλαινα και τα φαλαινάκια ακολουθούν και δεν τα συμπαρέσυρε το τουριστικό ποτάμι, κίνησε για το ρολόι που το έβλεπε από απόσταση, εγώ ακολουθούσα διακριτικά γιατί ήξερα πως το ρολόι είναι στη κορυφή ενός μεγάλου πύργου που έχει 4 πλευρές και κάτι μου έλεγε πως θα γελάσω κι άλλο.

Ελλλααα…που’ σαι…εδώ μαι…κι εγώ δω είμαι…που δω ρε μαλάκα…εδώ στο ρολόι που μου ειπες ρε…κι εγώ στο ρολόι είμαι…δε σε βλέπω ρε…κι εγώ δε σε βλέπω ρε…πες τίποτα άλλο που βλέπεις ρε…της πουτάνας γίνεται…πάει θα χαθούμε…το σύννεφο ρε το βλέπεις το σύννεφο…όχι ρε ποιό σύννεφο…αυτόν με το σοκολατάκι το βλέπεις…αυτόν τον μαύρο με τα λουκάνικα δεν τον βλέπεις ρε…που σαι ρε…δω μαι ρεεεε…που δω ρεεε….στο ρολόι σου λέω…της πουτάνας γίνεται….

Ντωμεταξύ να μιλάει σε ανοιχτή ακρόαση και να κοιτάζει ψηλά στο ρολόι λες και θα τον είχαν κρεμάσει τον άλλο από τους δείχτες, να κάνει κύκλους και να περιφέρονται δίπλα του και η κυρία φάλαινα και τα φαλαινάκια. Εκτυλίχθηκαν 2-3 ακόμα τηλεφωνήματα πριν ο Λόλεκ συναντήσει τον Μπόλεκ και οι οικογένειες τους λυτρωθούν από τους 2 ηλίθιους που δε μπορούσαν να βρουν σε ποιά πλευρά του ρολογιού καθόντουσαν.

-Η συλλογή των χαρισμάτων-

Ψωνίσαμε δώρα και σοκολατάκια, πολύ Μότσαρτ λέμε. Η μικρή με ρώτησε γιατί τον Μότσαρτ τον έκαναν σοκολατάκι κι εγώ της είπα πως ήταν πολύ διάσημος και γι’ αυτό. Πότε πέθανε; με ρώτησε, πέρσυ της είπα, από κόβιντ. Με κοίταξε ξαφνιασμένη, αλήθεια, ο Μότσαρτ πέθανε από κόβιντ; αλήθεια της είπα. Αφού το σκέφτηκε λίγο με ρώτησε, τουλάχιστον πριν πεθάνει, έφαγε από τα σοκολατάκια του; Γευτήκαμε εκλεκτό γκουλάς και σνίτσελ βιενουά συνοδεία κόκκινου κρασιού, γέμισε ο εγκέφαλος μας λαμπάκια, παράπονο μηδέν.

Μια δική μου εσωτερική συνεχής σκέψη, αν δεν ήσουν εδώ που θα ήσουν; όχι επι φανταστικού, επί πραγματικού. Θα ήμουν σίγουρα κάπου μόνος, δεν θα ήταν η 1η φορά άλλωστε, δεν είμαι καλός με τους ανθρώπους, όχι επειδή δε μπορώ, κυρίως επειδή δε θέλω. Αυτά τα Χριστούγεννα όμως τα πέρασα μαζί με μια γυναίκα που λατρεύω κι ένα παιδί που το έχω φροντίσει και νομίζω πως έχω επηρεάσει, σίγουρα πάντως το έχω προστατεύσει από όλα όσα συνέβησαν κι από όλα όσα θα συνέβαιναν αν δεν ήμουν εδώ. Δεν σκότωσα εγώ το πατέρα του, ούτε τον παππού του, τα μόνα ανδρικά πρότυπα που υπήρχαν δίπλα της πριν να έρθω. Δεν έθρεψα εγώ τον εγωισμό και την υπεροψία των υπολοίπων συγγενών της, δεν δημιούργησα τίποτα από αυτό μέσα στο οποίο αυτό το παιδί μεγάλωσε. Μπήκα σαν σφήνα για άλλους λόγους και η παρουσία μου ήταν καταλυτική τόσο για το ίδιο το παιδί όσο και για τη μητέρα του.

Έτσι έμαθα έστω και λίγο ότι παιδί σημαίνει, κάνω όνειρα και κάνω λάθη και σου ζητάω να με βοηθήσεις και στα δύο. Δεν υπάρχει τίποτα πιο δύσκολο από το να έχεις στα χέρια σου ένα παιδί, τίποτα από αυτά που εγώ έχω ζήσει τουλάχιστον.

Μοιράζομαι τη ζωή μου μ’ έναν άνθρωπο που μ’ έχει διαλέξει συνειδητά και ρίσκαρε τα πάντα για μένα κι η σχέση μας δεν υφίσταται γιατί υπάρχει εξάρτηση ή γιατί υπάρχουν παιδιά. Υπάρχει παιδί που έχει μεγαλώσει πια και ξέρει ποιός είμαι. Ο μόνος λόγος που εγώ κι η Αν είμαστε μαζί, είναι η αγάπη, τίποτα άλλο δεν μας ενώνει κι αυτό τελικά ίσως είναι πιο εύθραυστο από όσο νόμιζα. Έψαξα αλλά δεν μπόρεσα να βρω ένα ζευγάρι με μακροχρόνια σχέση που δεν έμεινε ή δεν είναι μαζί για τα παιδιά ή γιατί υπάρχει κάποια εξάρτηση. Ώρες ώρες, όλοι σκέφτονται να χωρίσουν, ακόμα και οι πιο ευτυχισμένοι, πόσο μάλλον εγώ που ευτυχισμένος αισθάνομαι μόνο μόνος μου. Πρέπει να είσαι πολύ καλόκαρδος και πολύ ταπεινός για να συνδεθείς πραγματικά με τους ανθρώπους κι εγώ δε νομίζω πως έχω αυτό το χάρισμα. Χαρίσματα έχω αλλά αυτό της επαφής, νομίζω λείπει από τη συλλογή των χαρισμάτων.

-Μπελβεντέρε, το τέλος-

Μέσα στους μεγάλους διαδρόμους του μουσείου Μπελβεντέρε υπάρχουν αριστουργήματα όπως “το φιλί” αλλά και πολλά άλλα. Περιδιαβαίνοντας τις αίθουσες και μελετώντας μερικούς πίνακες μιας άλλης εποχής της τότε Αυστρίας, σκέφτηκα πως ίσως κάποιος από αυτούς τους Βιεννέζους αριστοκράτες να διέταξαν την σύλληψη και τη παράδοση, άνευ δίκης, του Ρήγα στους Οθωμανούς οι οποίοι αφού τον βασάνισαν, τον έπνιξαν και τον πέταξαν μαζί με άλλους Έλληνες επαναστάτες στο Δούναβη έτσι ώστε να μην βρεθεί ποτέ η σορός του και να μην ηχήσει ποτέ ο ήχος της επαναστάσεως που τόσο πολύ ο Ρήγας ήθελε. Αναρωτιέμαι αν υπάρχει πιο λαμπρό παράδειγμα πεπρωμένου από αυτό.

Ο Ρήγας που προδόθηκε από έναν άλλο Έλληνα και δε πρόλαβε ποτέ να φτάσει στην χώρα του να μοιράσει τα επαναστατικά του φυλλάδια, έγινε σύμβολο της επανάστασης και είναι ακόμα στα λόγια και στη σκέψη πολλών. Θαρρώ πως το πνεύμα του και τα φυλλάδια του ταξιδεύουν ακόμα στο Δούναβη. Στους πίνακες που κρέμονται στους τοίχους του Μπελβεντέρε δεν είδα καμία φάτσα να μου αρέσει από τις φάτσες των Αυστριακών εκείνης της εποχής. Όλοι μου φάνηκαν πως ήταν απόγονοι αιμομικτικών σχέσεων και τα πρόσωπά τους είχαν μια κακόγουστη θαρρείς στρογγυλάδα. Τα μάτια τους ήταν παγωμένα και τα στόματα τους σφιχτά. Απορώ γιατί μέσα στο ίδιο κτίριο που στεγάζεται κάτι τόσο σπουδαίο όσο “το φιλί” έχουν βάλει τόσες πολλές αυτοκρατορικές μπούρδες.

Πάντως από όλα τα εκθέματα αυτό που άρεσε περισσότερο ήταν ένας μικρός πίνακας που απεικονίζει ένα βρέφος μέσα στη κούνια και τη μητέρα εξαντλημενη να έχει ξαπλώσει στο πάτωμα για να ξεκουραστεί λίγο. Exhausted strength λέγεται ο πίνακας που πιάνει μια στιγμή τόσο δυνατή όσο και αληθινή. Η μητέρα τα δίνει όλα για το παιδί της, ανησυχεί, φροντίζει, ετοιμάζει, κουβαλά και στο τέλος αφού εξαντλείται, γέρνει όπου βρει μέχρι ν΄αρχίσει να τρέχει ξανά. Η δύναμη της δε στερεύει, μόνο αυξομειώνεται. Η δύναμη κι η αγάπη της μητέρας κάνει τον κόσμο πιο όμορφο κι αυτό το έμαθα από τη μητέρα μου και το έζησα με την Αν.

Είμαι ευγνώμων για όλα όσα έζησα, είδα κι έμαθα δίπλα στην Αν όλα αυτά τα χρόνια, δεν είχα την ευκαιρία να ζήσω ποτέ άλλοτε τόσο κοντά στη πραγματικότητα, δεν το επεδίωξα άλλωστε.

Ποτέ δεν κατάφερα να ξεχωρίσω αν ο αληθινός κόσμος είναι αυτός μέσα στον οποίο υπάρχω ή αυτός που υπάρχει μέσα μου.

– Τέλος –

Γιάννης Κακούρης