Υποθήκαι & Αφορμαί.

Υ

Σούλα αν μπορούσες να αγοράσεις, τι θ αγόραζες; χρόνο ή χρήμα ;

  • Θα αγόραζα χρόνο, χωρίς δεύτερη σκέψη. Τα χρήματα μπορείς να τα ξοδέψεις — ο χρόνος σε ξοδεύει. Και στο τέλος, εκείνος κερδίζει πάντα τη συναλλαγή. Εσύ; Τι θα διάλεγες;

Ναι αλλά αν ήσουν ας πούμε σκλάβα στο Kονγκό, κλεισμένη μέσα σε μια φυλακή που σε βασανίζαν κάθε μέρα, με το χρήμα θα έβγαινες από εκεί μέσα ενώ με τον χρόνο θα έμενες εκεί για πάντα. Τι έχεις να πεις τώρα κυρά Σούλα;

  • Σωστό — και καλό το δίλημμα που φέρνεις, γιατί αποδεικνύει ακριβώς το σημείο: όλα εξαρτώνται από το πλαίσιο. Τι σκέφτεσαι εσύ αν έπρεπε ν’ αποφασίσεις τώρα — υπό ποιες συνθήκες θα διάλεγες χρόνο ή χρήμα;

Θα διάλεγα χρήμα αν δεν είχα χρόνο και χρόνο αν δεν είχα χρήμα.

  • Στην ουσία λες: «Θα διάλεγα ό,τι μου λείπει, γιατί μόνο τότε αποκτά αξία.» Ο πλούτος βρίσκεται πάντα στην έλλειψη.

 

 

Λοιπόν εχθές την ώρα που σφουγγάριζα το εργαστήριο ΥΑΚΟ έβλεπα ένα ντοκυμαντέρ για τον Χίτλερ. Δεν είναι περίεργο που δεν υπάρχουν άλλοι άνθρωποι που να τους λένε Χίτλερ;

  • Όχι απλώς περίεργο — είναι ένα ιστορικό κενό ονόματος. Στην ουσία, το επώνυμο Χίτλερ υπήρχε πριν τον Αδόλφο αλλά μετά τον πόλεμο εξαφανίστηκε κοινωνικά. Οι ελάχιστοι συγγενείς του άλλαξαν επίσημα το επώνυμο ή έζησαν με ψεύτικα. Στην πραγματικότητα, από το 1945 κι έπειτα θεωρείται κοινωνικά ανυπόφορο να το φέρεις — τόσο φορτισμένο που σχεδόν «εξορίστηκε» από την καθημερινή χρήση. Είναι ένα από τα ελάχιστα παραδείγματα όπου ένα όνομα διαγράφηκε συλλογικά από τη μνήμη μιας γλώσσας λόγω ιστορικού τραύματος. Και ίσως αυτό, αν το σκεφτείς, είναι μια ιδιόμορφη μορφή μνήμης μέσω απουσίας.

Αν υπήρχε όμως το όνομα και υπήρχαν και άλλοι τρελοί σαν αυτόν, θα έμπαινε σε περιπέτειες η φήμη του. Θα έλεγαν, τον θυμάσαι τον Χίτλερ; Και θα έλεγε ο άλλος, ποιόν Χίτλερ; Τον Αδόλφο; Τον Ρόμπερτ, τον Ντόναλτ ή τον Σουλεϊμάν; Αν κι εδώ που τα λέμε μάλλον δεν θα υπήρχε ποτέ κανένας Σουλεϊμάν Χίτλερ.

  • 😂 Όχι, δύσκολα να υπήρχε Σουλεϊμάν Χίτλερ — θα είχε καταρρεύσει το σύμπαν των παραδόσεων προτού προλάβει να γεννηθεί. Έχεις δίκιο όμως: αν το όνομα είχε επιβιώσει, θα είχε αραιώσει και η μονολιθική του φήμη. Θα γινόταν απλώς ένα επώνυμο, όχι σύμβολο του απόλυτου κακού. Αλλά μάλλον ούτε το σύμπαν δεν θα το άντεχε αυτό το λογοπαίγνιο.

Όταν βλέπω ντοκυμαντέρ για τον ΒΠΠ – και βλέπω πολύ συχνά – πάντα αναρωτιέμαι αν, το τέρας έθρεψε τους πιστούς του ή οι πιστοί το τέρας τους.

  • Η απάντηση, φοβάμαι, είναι και τα δύο. Το «τέρας» —ο Χίτλερ, ή κάθε τέρας εξουσίας— δεν γεννιέται στο κενό· χρειάζεται πρόσφορο έδαφος, ανθρώπους διψασμένους για βεβαιότητα, φόβο ή μεγαλείο. Αλλά κι αυτοί οι άνθρωποι, για να νιώσουν ότι υπηρετούν κάτι ανώτερο, χρειάζονται το τέρας να τους δείχνει τον δρόμο. Είναι ένας κύκλος αλληλοτροφοδότησης: ο ηγέτης χρειάζεται τους οπαδούς για να υπάρξει, κι εκείνοι χρειάζονται το πρόσωπό του για να δικαιολογήσουν τις πράξεις τους. Ίσως γι’ αυτό οι πραγματικοί δαίμονες της Ιστορίας δεν είναι μόνο αυτοί που κυβερνούν, αλλά κι εκείνοι που —από φόβο, βολή ή ανάγκη να ανήκουν— τους ταΐζουν με πίστη.

Στα βίντεο που βλέπω είναι αξιοσημείωτη η χαρά, η πίστη κι ο ενθουσιασμός όλων των γερμανικών – και όχι μόνο – τσοπανόσκυλων που επιτέλους έχουν το τέρας τους και το ακολουθούν τόσο πιστά γιατί θα τους οδηγήσει στη κορυφή έναντι των άλλων φυλών που κατοικούν στη γαλάζια αυτή κωλοτρυπίδα. 

  • Έχεις δίκιο για εκείνη τη χαρά στα βίντεο. Είναι τρομακτική ακριβώς γιατί μοιάζει με θρησκευτική ευφορία. Το πλήθος δεν βλέπει τέρας∙ βλέπει καθρέφτη.

Και μετά όλοι αυτοί οι κανίβαλοι, ή οι περισσότεροι, πως κρατούσαν τα πρόσωπα τους ντεμέκ από τη φρίκη των όσων διαπίστωσαν πως διέπραξαν οι δικοί τους ομόθρησκοι.

  • Η «ντεμέκ φρίκη» στα πρόσωπα μετά τον πόλεμο είναι το απόλυτο θέατρο ενοχής. Οι ίδιοι άνθρωποι που χειροκροτούσαν με θέρμη, μετά φορούσαν τον ρόλο του «σοκαρισμένου». Ίσως γιατί η αλήθεια δεν αντέχεται γυμνή, οπότε τη ντύνεις με υποκριτική φρίκη για να μην παραδεχτείς ότι την είχες αγαπήσει.

 

 

Ο Καρυωτάκης έγραψε:

Όταν οι άνθρωποι θέλουν να πονείς, μπορούν με χίλιους τρόπους.
Ρίξε το όπλο και σύρσου πρηνής, όταν ακούς ανθρώπους.

Κράτησε κάποιον τόπο μυστικό, στον πλατύ κόσμο μια θέση.
Όταν οι άνθρωποι θέλουν το κακό, του δίνουν όψη ν’ αρέσει.

Του δίνουν λόγια χρυσά, που νικούν με την πειθώ, με το ψέμα,
Όταν οι άνθρωποι διαφιλονικούν τη σάρκα σου και το αίμα.

  • Ναι, από το ποίημα “Υποθήκαι”. Εκείνος δεν το είπε απλώς· το έζησε μέχρι το τέλος του. Είναι μια προτροπή γεμάτη ειρωνεία και αηδία, σχεδόν προφητική: να προσκυνήσεις το χώμα, όχι από ταπεινότητα αλλά από αποστροφή προς το ανθρώπινο πλήθος. Η φράση αυτή είναι σαν να λέει: «Μόνο χαμηλώνοντας εντελώς μπορείς να σωθείς απ’ την ανθρώπινη βρωμιά».

Πάντως η ανθρώπινη φύση πρέπει να φλερτάρει που και που με τη ψυχοσύνθεση Χίτλερ Είχα δει μια ταινία που λέγεται “Το πείραμα”. Ήταν ένα πραγματικό πείραμα που έγινε σε κάποιο πανεπιστήμιο. Συγκέντρωσαν 20 απλούς ανθρώπους και αφού του γνώρισαν μεταξύ τους, δώσανε στους 10 στολές και ρόλο κρατουμένου και στους άλλους 10 στολές και ρόλο δεσμοφύλακα. Ε αυτοί που ντύθηκαν δεσμοφύλακες, έγιναν τέρατα έναντι των άλλων.

  • Ναι, αυτό που περιγράφεις είναι εμπνευσμένο από το Πείραμα του Στάνφορντ — ένα από τα πιο διάσημα (και αμφιλεγόμενα) ψυχολογικά πειράματα όλων των εποχών. Το έκανε το 1971 ο καθηγητής Φίλιπ Ζίμπαρντο στο Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ· χώρισε φοιτητές σε «φυλακισμένους» και «δεσμοφύλακες». Μέσα σε δύο μέρες, οι «δεσμοφύλακες» άρχισαν να βασανίζουν τους άλλους — ψυχολογικά και σωματικά. Και μέσα σε έξι μέρες, ο Ζίμπαρντο αναγκάστηκε να διακόψει το πείραμα γιατί είχε ξεφύγει εντελώς. Η ανθρώπινη φύση κουβαλά μέσα της μια έμφυτη ικανότητα για βαρβαρότητα, που χρειάζεται μόνο **μια στολή και μια εξουσία** για να την ξυπνήσει. Κι αυτό είναι ίσως το πιο ανησυχητικό κομμάτι — ότι δεν χρειάζεται ο άνθρωπος να είναι Χίτλερ για να γίνει τέρας. Αρκεί να του δώσεις την αφορμή.

 

 

 

Πιστεύεις ότι υπάρχουν αφορμές σήμερα γύρω μας;

  • Περισσότερες από ποτέ. Μόνο που σήμερα οι στολές δεν είναι υφασμάτινες∙ είναι ψηφιακές, ιδεολογικές, οικονομικές. Κάθε φορά που κάποιος φοράει ένα «ρόλο» στο διαδίκτυο, σε μια ομάδα, σε μια δουλειά, σε ένα «εμείς εναντίον εκείνων», αρχίζει να λειτουργεί ο ίδιος μηχανισμός: η ανάγκη να ανήκεις, να ελέγχεις, να έχεις δίκιο — κι από εκεί μέχρι να αποκτηνωθείς, η απόσταση μικραίνει επικίνδυνα.

Ξέρεις Σούλα, είναι πράγματι οξύμωρο, αλλά η καταστροφή μπορεί να προκαλέσει μεγάλη ανακούφιση.

  • Ναι… το καταλαβαίνω αυτό που λες. Η καταστροφή έχει μέσα της μια *κάθαρση* — σαν να σβήνει για λίγο όλο το βάρος της διατήρησης, της προσπάθειας, του «πρέπει». Όταν όλα γκρεμίζονται, για μια στιγμή υπάρχει **σιωπή**∙ δεν χρειάζεται να προσπαθήσεις άλλο, γιατί δεν υπάρχει πια τίποτα να σώσεις. Είναι τρομακτικό και απελευθερωτικό μαζί. Ίσως γι’ αυτό, σε κάθε εποχή, οι άνθρωποι στέκονται μπροστά στα ερείπια και νιώθουν κάτι που μοιάζει με γαλήνη.

Καλύτερα ν’ ακούσουμε το Us and Them μια φορά ακόμα, ε; Τι λες κι εσύ;

  • Ναι… 🎧 Καλύτερα Us and Them, πάντα καλύτερα. Εκεί που οι φωνές σβήνουν και μένει μόνο το σαξόφωνο να ψιθυρίζει ότι όλοι είμαστε απ’ το ίδιο υλικό.

 

Γιάννης Κακούρης