Εχθές δώρισα τη πρώτη μου πέτρα. Τις πέτρες μου τις φτιάχνω με μια τεχνική που ακόμα δεν την έχω μες το μυαλό μου ξεκάθαρη στο γραμμάριο, καθώς μέσα από λάθη κι αστοχίες έπιανα τα σωστά και προχωρούσα. Ξέρω όμως τις γραμμές και τη σειρά των υλικών και τα όποια λάθη έγραψαν, τώρα λειτουργούν σαν προστασία και μόνο. Το δώρο δεν το έχουν ανοίξει ακόμα κι ανυπομονώ να ακούσω εντυπώσεις, περιμένω. Μ’ αρέσουν πολύ αυτές οι πέτρες κι ο τρόπος που ενώνεται το ξύλο με το τσιμέντο, η ρητίνη κι όλα τα περίεργα που δημιουργεί, οι ραγάδες που εμφανίζονται στο τέλος και τις γουστάρω τα μάλα. Αν δεν είχα τόσο ψώνιο με την πάρτη μου ίσως να’ μουν αθλητής, τεσπά. Εις αύριον τα σπουδαία αν κι έτσι όπως πάμε φουλ προς το γκρεμό το εις αύριον θα γίνει, εις χθες.
Πήγαμε πρόσφατα μετά από πολύ καιρό σε μπαρ, ντάμπα ντούμπα και φασαρία και να μην ξέρω κανέναν, μου την έσπασε λίγο αλλά αποφάσισα να μην ασχοληθώ με το γεγονός πως κανέναν δεν ξέρω και κανείς δε με ξέρει και να χωθώ λίγο σαν άλλος μουλωχτός του παρελθόντος. Χάζευα που και που τα γκομενάκια κι η Αν στράβωσε λίγο αλλά ήταν οι μισές ημίγυμνες και στο τέλος χάζευε κι εκείνη. Η παρέα που μας κάλεσε είχε δημιουργήσει έναν κύκλο προστασίας γύρω από τα μικροσκοπικά τραπέζια κι έτσι με την Αν μια και δεν ξέραμε κανέναν πέραν της εορτάζουσας, που την είχαν κάπως σα φυλακισμένη, βλέπαμε τις πλάτες των “φίλων” και τα κάλη των περαστικών. Η Αν χτύπησε 2 bloody Mary εγώ 2 μπύρες. Μπύρα πίνω σπάνια αλλά μες τη βαβούρα και το χαμό ήταν πιο safe επιλογή, στο τέλος ήπια και τα bloody Μary της Αν και ήρθα σε μια ευθυμία και κουνηθήκαμε.
Σε μια δόση, στην αρχή, ένιωσα κάπως στο μπαρ. Είχα καιρό να πάω σε μπαρ με κόσμο και δυνατή μουσική. Κάτι η ξενιτιά κι η έλλειψη παρέας, κάτι η πανδημία και οι υποχρεώσεις, με έχουν κρατήσει μακριά από την αγωνιστική μπάρα στην οποία παρασημοφορήθην εις το ένδοξο παρελθόν. Κοιτούσα τον κόσμο, τα φώτα, τη διακόσμηση, ήμουν λίγο σαν χάνος κι ένιωθα κάπως άβολα. “Λες να το’χασα;” σκέφτηκα. Τα τελευταία χρόνια έχω πάει απείρως περισσότερες φορές σε νοσοκομεία κι εκκλησίες απ’ ότι σε μπαρ, οπότε προς στιγμή ένιωσα μια κάποια αμφισβήτηση για το άτομο μου . Μετά όμως εισήλθε στο παιχνίδι ο συνδυασμός βότκα-μπύρα-μουσική κι έπαψα να σκέφτομαι. Άρχισα να μιλάω και να κουνιέμαι, λατερνοειδώς ναι μεν, αλλά και πάλι κουνάμενος. Τελικά δεν το’ χασα, ξανασκέφτηκα όταν φύγαμε για να συνεχίσουμε τη πεζή μας βόλτα στο κέντρο της πόλης. Σημασία στο μπαρ έχει ν’ απολαύσεις αυτό που δε μπορείς ν΄απολαύσεις σπίτι σου, να γουστάρεις, να ενωθείς έστω με τη μουσική αν όχι και με τον κόσμο, να αφεθείς σε λίγες ώρες άλλες. Μου προκαλεί απορία καμιά φορά γιατί έχουμε αναστολές και τι είδους καταστροφή θα ήταν για τη βιομηχανία του αλκοόλ να μην χρειαζόμασταν αλκοόλ για να χαλαρώσουμε. Παρά ταύτα, είναι απόλαυση το να ξεπερνάς τον εαυτό σου, έστω και με μια υποβοήθηση.
Κάποτε έγινε μια έρευνα και κάλεσαν τους παλαιότερους και πιο γνωστούς επιχειρηματίες νυχτερινών κέντρων, νομίζω 4 ήταν και νομιζω πως την έρευνα την είχε κάνει το περιοδικό Ε, δεν υπάρχει πια. Πέραν από κάτι διαδικαστικά του τύπου πως θα δουλεύουν τα λουλούδια ή το πάρκινγκ και του ποιός καλλιτέχνης είναι καλός συνεργάτης και ποιός ιδιότροπος, υπήρξε ένα σημείο στο οποίο συμφωνούσαν όλοι. Η ώρα που γεννούν οι κότες είναι η 4η πρωινή. Διαβάζοντας τη τεχνική που είχαν αναπτύξει για να σου πηδήξουν το μυαλό, αναρωτήθηκα πόσες φορές έχω πέσει κι εγώ στη λούμπα. Η 4η πρωινή είναι η ώρα που γεννούν οι κότες γιατί την 4η πρωινή έχεις ήδη πιεί, έχεις γίνει, κι όσες αναστολές κι αν είχες για το πόσα λεφτά “περίπου” θα χαλάσεις, υποχωρούν σαν φράγμα από χόρτα όταν εκείνη την ώρα αρχίζουν τα τραγούδια που όλοι αγαπάμε. Μέχρι εκείνη την ώρα ο κάθε σταρ λέει τα δικά του αλλά την 4η πρωινή ο Ρουβάς τραγουδάει Ρίτα κι ο Κουρκούλης Στράτο. Ο στόχος του επιχειρηματία νυχτερινών κέντρων δεν είναι να χαλάσεις όσα χρήματα έχεις “περίπου” υπολογίσει, αλλά όσα κουβαλάς. Για αυτό κι εκείνη την ώρα, γύρω στις 4 τα χαράματα, που είσαι ευαλωτούλης στη παλιά ή στη νέα σου κάψα, βγαίνουν οι κότες με τα μπαζούκας και σου κάνουν το μυαλό έμενταλ καθώς εσύ ξεπερνάς την αναστολή του κόστους κι αδειάζεις το παντελόνι σου στη πίστα με τα λέλουδα και στα σφηνάκια με το ουίσκι. Νταξ, γκαραντί το αποτέλεσμα κι αν κρίνω από τα δικά μου πεπραγμένα όχι μόνο οι κότες γεννάνε στις 4 αλλά κι οι αγελάδες, τα άλογα, οι φάλαινες και τα μαμούθ. Η κάψα πληρώνεται κι οι κότες εισπράττουν, τεσπά.
Χωρίς να έχω κανέναν απολύτως ρεαλιστικό λόγο, αισθάνομαι πολύ ήρεμος, σα να έχω πιστέψει πως όλα θα γίνουν όπως τα θέλω, ίδωμεν. Τα τελευταία 10 χρόνια, που ίσως ήταν και τα μόνα συνειδητά, με δίδαξαν πως τίποτα σημαντικο δεν γίνεται γρήγορα. Πρέπει να μάθεις να περπατάς βήμα βήμα όσο κι αν μέσα σου θέλεις να τρέξεις. Τις ώρες που αποχωρίζομαι το ασφαλές και βολικό μου cocoon, αναρωτιέμαι γιατί δεν προχωράμε σε μαζικές αυτοκτονίες. Τις προάλλες, ένας τύπος που γνωρίζω εδώ στη Σόφια, μου έδειξε ένα φο στυλ κόσμημα, κοίτα λέει, έχουμε 10 χρόνια επέτειο, της πήρα αυτό για δώρο. Αφού εξεδήλωσα τον αναγκαστικό θαυμασμό μου σκέφτηκα πως αυτός ο τύπος πριν κανά μήνα άκουσε ένα ακόμα λογύδριο από την αγαπητικιά, σύζυγο και μάνα των παιδιών του, που αν εμένα μου το είχε πει ακόμα κι η Νικόλ Κίντμαν έστω μισή φορά, θα είχα κόψει δρόμο χίλιες. Αυτός εκεί όμως, φαντάρος εξάρτησης. Κατά κάποιο τρόπο οι δικές του κότες γεννάνε όλο το 24ώρο, τεσπά. Δεν υπάρχει τίποτα πιο απεχθές από την κεκαλυμμένη συμβίωση η οποία μέσα από παιδιά που μεγαλώνουν, εκδρομές με φίλους κι οικογενειακές υποχρεώσεις γίνεται κεκτημένο κοινωνικό κατεστημένο.
Διαβάζοντας τα σέα και τα μέα του πλανήτη μας, έμαθα πως μια influencer ονόματι Waidhofer αυτοκτόνησε, μπήκα να δω τη φάτσα της, όλες οι φωτό προέβαλαν την καλή πλευρά του εαυτού της μέχρι που μάλλον μια μέρα όσες φωτογραφίες κι αν ανέβαζε δεν έβλεπε τίποτα πια στον καθρέφτη. Αυτό είναι το θέμα με τον φωτογραφικό μας κόσμο, είναι εύκολα ψεύτικος. Αναρωτιέμαι αν αυτή influencer επηρέασε και κανέναν να την ακολουθήσει σ’ αυτή τη τελευταία της πράξη, στη τελευταία έξοδο Niece Waidhofer. Πιο κάτω έγραφε για έναν ιερέα που έκανε την σύζυγο του τόπι στο ξύλο, πόσοι από το χωριό θα είχαν πάει για συμβουλες σ’ αυτόν τον ιερέα άραγε; Το τοπ της βλακείας και φέτος στη Μύκονο όπου ένας Αγγλούπας πότισε επιδεικτικά σαμπάνια, μια σειρά ψάρια που ήταν πιασμένα στο καμάκι και σ’ ένα μπαρ με ωραία θέα στο ηλιοβασίλεμα ζήτησαν ελάχιστη κατανάλωση 500 ευρώ. Μερικές φορές δε διαβάζω τίποτα για μέρες κι όλα είναι πιο καθαρά. Τα νέα του κόσμου με μπερδεύουν πολύ. Το μόνο νέο από όλα όσα διάβασα κι είχε νόημα ήταν η αριστεία ενός παιδιού που έφτασε στη Μυτιλήνη με βάρκα πριν 3 χρόνια πρόσφυγας χωρίς να ξέρει μια λέξη ελληνικά. Είδα το βίντεο που μιλούσε κι έλεγε πως τα κατάφερε και πόσο τον βοήθησαν και πως είναι η ζωή τωρα πια και τι όνειρα έχει. Να ένας αληθινός influencer σκέφτηκα.
«μΥδράλιο, η ζωή κατά λάθος επίτηδες». © Γιάννης Κακούρης.
Επιτρέπεται η αναδημοσίευση με αναφορά στην πηγή.